06 Φεβ Εγχείρηση κήλης και ανάρρωση: Τι να προσέξει ο ασθενής
Οι κήλες του κοιλιακού τοιχώματος είναι μια κοινή πάθηση και η χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση μιας τέτοιας κήλης είναι μια από τις συχνότερα διενεργούμενες επεμβάσεις στη Γενική Χειρουργική. Οι κήλες μπορεί να εμφανιστούν σε διάφορα σημεία του κοιλιακού τοιχώματος, αλλά οι πιο συνηθισμένοι τύποι είναι η βουβωνοκήλη, που εμφανίζεται στη βουβωνική χώρα, η ομφαλοκήλη, που εντοπίζεται γύρω από τον ομφαλό, και η μετεγχειρητική κήλη, η οποία αναπτύσσεται στο σημείο μιας προηγούμενης χειρουργικής επέμβασης στην κοιλιά (κάτω από μια παλιά ουλή δηλαδή). Από τη στιγμή που τίθεται η διάγνωση μιας κήλης τίθεται και η ένδειξη για χειρουργική αποκατάστασή της, καθώς η συντηρητική αγωγή (δηλαδή αποφυγή άρσης βάρους, αντιμετώπιση χρόνιου βήχα και δυσκοιλιότητας κλπ) συνήθως δεν ανακουφίζει επιτυχώς την συμπτωματολογία, δεν θεραπεύει την κήλη και επιπλέον δεν προστατεύει τον ασθενή από την εμφάνιση περαιτέρω επιπλοκών (περίσφιξη και νέκρωση του περιεχόμενου της κήλης). Αρκετές απορίες υπάρχουν βέβαια ως προς την εγχείρηση κήλης και ιδίως την ανάρρωση που ακολουθεί. Παρακάτω, παρέχεται μια λεπτομερής ανάλυση της διαδικασίας ανάρρωσης μετά από τη συγκεκριμένη χειρουργική επέμβαση.
Χειρουργικές τεχνικές αποκατάστασης κηλών
Όσον αφορά την αποκατάσταση κηλών, εφαρμόζονται δύο κύριες τεχνικές, η κλασσικού τύπου «ανοιχτή» χειρουργική επέμβαση και η λαπαροσκοπική χειρουργική επέμβαση. Το «ανοιχτό» χειρουργείο αποτελεί παραδοσιακή τεχνική που περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας μεγαλύτερης τομής απευθείας πάνω από το σημείο της κήλης. Στη συνέχεια, ο ιστός (ενοδκοιλιακό λίπος, έντερο κ.α.) που προβάλλει διαμέσου του χάσματος των κοιλιακών μυών ωθείται πίσω στη φυσιολογική θέση του και η εξασθενημένη περιοχή ενισχύεται, συνηθέστερα με ένα συνθετικό πλέγμα, για να παρέχει πρόσθετη στήριξη και να μειώσει τον κίνδυνο υποτροπής. Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει άμεση πρόσβαση στην κήλη, καθιστώντας την κατάλληλη για πιο σύνθετες κήλες ή κήλες με επιπλοκές (π.χ. περίσφιξη και νέκρωση σπλάχνου) αλλά και σε περιπτώσεις όπου ο ασθενής έχει υποβληθεί σε πολλές επεμβάσεις στην κοιλιακή χώρα και η κατάστασή του δεν επιτρέπει τη λαπαροσκοπική τεχνική. Επίσης, μία μικρή ομφαλοκήλη μπορεί πολλές φορές να αποκατασταθεί πιο εύκολα και γρήγορα με την κλασσική ανοιχτή χειρουργική επέμβαση.
Από την άλλη πλευρά, η λαπαροσκοπική αποκατάσταση κήλης με τη μέθοδο ΤΑΡΡ (Trans Abdominal Pre Peritoneal) είναι μια σύγχρονη, ελάχιστα επεμβατική τεχνική. Περιλαμβάνει την πραγματοποίηση 3 μικροσκοπικών τομών μέσω των οποίων εισάγονται 2 ειδικά σχεδιασμένα χειρουργικά εργαλεία και το λαπαροσκόπιο, η κάμερα δηλαδή με την οποία μπορούμε να βλέπουμε στο εσωτερικό της κοιλιάς. Αυτή η μέθοδος επιτρέπει την επιδιόρθωση της κήλης από το εσωτερικό της κοιλιάς τοποθετώντας το πλέγμα κάτω από τις μυϊκές στοιβάδες του κοιλιακού τοιχώματος, αποφεύγοντας τον τραυματισμό των αισθητικών νεύρων της περιοχής. Επιπλέον, δεν χρησιμοποιούνται ράμματα καθώς τα νέας γενιάς πλέγματα έχουν την ιδιότητα να αυτό-καθηλώνονται στην επιθυμητή θέση, με αποτέλεσμα λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο και ταχύτερη ανάρρωση. Η λαπαροσκοπική χειρουργική τεχνική είναι ιδιαίτερα επωφελής για ασθενείς με υποτροπιάζουσες κήλες ή για όσους χρειάζονται αμφοτερόπλευρη αποκατάσταση κήλης, καθώς επιτρέπει την αξιολόγηση και αποκατάσταση της κήλης και στις δύο βουβωνικές χώρες μέσα από τις ίδιες 3 μικρές οπές. Και οι δύο τεχνικές χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά επιτυχίας και η επιλογή της κατάλληλης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής υγείας του ασθενούς, των χαρακτηριστικών της κήλης και της κρίσης του χειρουργού.
Εγχείρηση κήλης και ανάρρωση μετά το ανοιχτό χειρουργείο
Αρχικά, η διαδικασία της ανάρρωσης διαφέρει ανάλογα με την τεχνική που έχει εφαρμοστεί, καθώς το μεγάλο μέγεθος της τομής που απαιτεί το «ανοιχτό» χειρουργείο επεκτείνει το χρονικό πλαίσιο της ανάρρωσης. Η επέμβαση, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις και ανεξάρτητα από τη μέθοδο πραγματοποιείται με γενική αναισθησία, συνεπώς αμέσως μετά το χειρουργείο ο ασθενής μεταφέρεται στην αίθουσα ανάνηψης, όπου παραμένει για λίγη ώρα μέχρι να περάσει πλήρως η επίδραση των αναισθητικών φαρμάκων και να βεβαιωθεί ότι η καρδιοαναπνευστική του λειτουργία έχει επανέλθει στο φυσιολογικό. Συνήθως απαιτείται νοσηλεία μιας ημέρας προκειμένου ο ασθενής να λάβει ενδοφλέβια αντιβιοτική αγωγή και αναλγησία, αλλά και να επανέλθουν οι υπόλοιπες σωματικές λειτουργίες (ούρηση, αφόδευση κλπ) στο φυσιολογικό.
Τις πρώτες ημέρες μετά την εγχείρηση κήλης η ανάρρωση εστιάζει στη διαχείριση του πόνου, στη φροντίδα της τομής και στην πρόληψη τυχόν επιπλοκών. Οι ασθενείς συνήθως βιώνουν πόνο και ενόχληση στο σημείο της τομής, το οποίο αντιμετωπίζεται μέσω συνταγογραφούμενων αναλγητικών φαρμάκων. Η διαχείριση του πόνου είναι ζωτικής σημασίας όχι μόνο για την άνεση αλλά και για τη διευκόλυνση της πρώιμης κινητοποίησης, η οποία είναι απαραίτητη για την πρόληψη μετεγχειρητικών επιπλοκών. Η τομή απαιτεί επίσης σχολαστική φροντίδα. Οι ασθενείς λαμβάνουν οδηγίες να διατηρούν την περιοχή καθαρή και στεγνή και να παρακολουθούν για τυχόν ενδείξεις λοίμωξης, όπως αυξημένη ερυθρότητα, πρήξιμο, μετεγχειρητική συλλογή υγρού (seroma) ή αιμάτωμα. Η σωματική δραστηριότητα είναι γενικά περιορισμένη ώστε να αποτραπεί η άσκηση πίεσης στο σημείο της τομής. Ωστόσο, το χαλαρό περπάτημα ενθαρρύνεται για την ενίσχυση της κυκλοφορίας και την προώθηση της επούλωσης. Οι διατροφικές συστάσεις περιλαμβάνουν συχνά τρόφιμα πλούσια σε φυτικές ίνες για την πρόληψη της δυσκοιλιότητας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η στενή παρακολούθηση για τυχόν ενδείξεις επιπλοκών, όπως έντονος πόνος, πυρετός ή αλλαγές στην εμφάνιση του σημείου της τομής, είναι απαραίτητη.
Εγχείρηση κήλης και ανάρρωση μετά τη λαπαροσκοπική τεχνική
Στην αρχική μετεγχειρητική περίοδο μετά τη λαπαροσκοπική αποκατάσταση κήλης, οι ασθενείς τυπικά βιώνουν μια πιο εύκολη περίοδο ανάρρωσης σε σύγκριση με την «ανοιχτή» χειρουργική επέμβαση. Λόγω της ελάχιστα επεμβατικής φύσης των λαπαροσκοπικών τεχνικών, οι οποίες περιλαμβάνουν μικρότερες τομές αλλά και λιγότερους χειρισμούς στο σημείο της επέμβασης, οι ασθενείς γενικά αισθάνονται λιγότερο πόνο και δυσφορία, γεγονός που διευκολύνει την ταχύτερη επιστροφή στις κανονικές δραστηριότητες. Επίσης, είναι δυνατόν ο ασθενής να εξέλθει την ίδια μέρα από την κλινική, καθώς χορηγούνται λιγότερα φάρμακα μετεγχειρητικά.
Ο πόνος συνήθως υποχωρεί πλήρως την 2η ή 3η εβδομάδα μετά την επέμβαση. Οι μικρότερες τομές της λαπαροσκοπικής τεχνικής τείνουν επίσης να επουλώνονται γρηγορότερα, ενώ το μικρό τους μέγεθος μειώνει τον κίνδυνο επιπλοκών και λοιμώξεων που αφορούν το χειρουργικό πεδίο. Ωστόσο, η προσεκτική παρακολούθηση για ενδείξεις λοίμωξης παραμένει απαραίτητη. Η πρώιμη κινητοποίηση ενθαρρύνεται για την προώθηση της κυκλοφορίας και τη μείωση του κινδύνου επιπλοκών που αφορούν το φλεβικό σύστημα. Ο ασθενής μπορεί να σταθεί όρθιος και να περπατήσει με κάποια ήπια ενόχληση την ίδια ημέρα της επέμβασης. Παρά τη λιγότερο επεμβατική προσέγγιση, οι ασθενείς ενθαρρύνονται να αποφεύγουν τις επίπονες δραστηριότητες και την άρση βαρέων αντικειμένων στην πρώιμη φάση της ανάρρωσης, προκειμένου να σταθεροποιηθεί το αυτό-καθηλούμενο πλέγμα στη θέση του. Η γυμναστική, το τρέξιμο ή η άρση βάρους άνω των 25 κιλών επιτρέπεται μετά από 2 εβδομάδες. Τέλος, συνιστάται η κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες για την πρόληψη της δυσκοιλιότητας και η επαρκής ξεκούραση. Ο Γενικός Χειρουργός στον Πειραιά Δρ. Γεώργιος Γεωργίου πραγματοποιεί και τις δύο τεχνικές χειρουργικής αποκατάστασης κήλης με εξαιρετικά ποσοστά επιτυχίας, ενώ είναι στη διάθεση κάθε ασθενούς ώστε να λύσει απορίες και να απομακρύνει τυχόν προβληματισμούς.