Κήλη Αθλητή

Τι ονομάζουμε «κήλη αθλητών»;

Η κήλη αθλητή στην ουσία δεν πρόκειται για πραγματική κήλη, αφού δεν υπάρχει χάσμα μεταξύ των μυών και προβολή κάποιου σπλάχνου. Είναι μια παθολογική κατάσταση που αφορά κυρίως αθλητές και άτομα που γυμνάζονται συστηματικά και σε υψηλό βαθμό έντασης. Εμφανίζεται δε με συνεχή ενόχληση και πόνο στην περιοχή όπου δημιουργούνται οι βουβωνοκήλες και θεραπεύεται με τον ίδιο τρόπο, γι’ αυτό και ονομάζεται «κήλη αθλητών» ή ‘sports hernia’ ή «σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών»

Κήλη Αθλητή

Πώς δημιουργείται η «κήλη αθλητών»;

Στη βουβωνική περιοχή και πιο συγκεκριμένα στο ηβικό οστό της λεκάνης καταφύονται οι τένοντες του ορθού κοιλιακού μυός, των πλάγιων κοιλιακών μυών και των προσαγωγών του μηρού μυών. Επιπλέον υπάρχει το έσω και το έξω βουβωνικό στόμιο (βουβωνικό κανάλι) απ’ όπου διέρχεται ο σπερματικός τόνος στον άντρα και ο στρογγύλος σύνδεσμος της μήτρας στη γυναίκα. Όλα αυτά τα στοιχεία υπόκεινται σε μικροτραυματισμούς όταν το άτομο κάνει επανειλημμένα κινήσεις υψηλής δυναμικής και εκρηκτικότητας, όπως π.χ. όταν κλωτσάει με δύναμη μια μπάλα ποδοσφαίρου.

Η απότομη στροφή του κορμού και κάμψη-τίναγμα του κάτω άκρου καταπονεί τις μυϊκές ίνες τόσο των κοιλιακών όσο και των προσαγωγών μυών με συνέπεια μικρορρήξεις των ινών, διατομή απονευρώσεων, οστικό οίδημα στο ηβικό φύμα και χαλάρωση του βουβωνικού καναλιού. Για το λόγο αυτό η κήλη των αθλητών εμφανίζεται συχνότερα σε ποδοσφαιριστές, καλαθοσφαιριστές και δρομείς ταχύτητας, ενώ αφορά κυρίως άνδρες.

Τι νιώθει ο ασθενής που πάσχει από «κήλη αθλητή»;

Έντονος πόνος, καυστικός ή διαξιφιστικός, στην βουβωνική περιοχή, είναι το βασικό σύμπτωμα. Ο πόνος μπορεί να αντανακλά στην έσω επιφάνεια του μηρού (περιοχή προσαγωγών) ή προς τα πλάγια κοιλιακά τοιχώματα (έσω βουβωνικό στόμιο), αλλά όχι στο όσχεο. Ο αθλητής αρχικά νιώθει ενόχληση κατά την όταν ασκείται, η οποία υφίεται με την ανάπαυση αλλά επανέρχεται μόλις ασκηθεί ξανά.

Προοδευτικά τα επεισόδια γίνονται εντονότερα και τον αναγκάζουν να διακόψει τις προπονήσεις. Όσο η κατάσταση δεν αντιμετωπίζεται ο πόνος γίνεται μόνιμος και μπορεί να εκλύεται και με πιο ήπιες κινήσεις κι όχι αποκλειστικά όταν αθλείται, όπως π.χ. με τον βήχα ή την έγερση από κάθισμα.

Πώς γίνεται η διάγνωση για την «κήλη αθλητή»;

Ο έμπειρος κλινικός ιατρός αναγνωρίζει τη παρουσία των συγκεκριμένων συμπτωμάτων σε ένα άτομο που αθλείται και καλείται να αποκλείσει την παρουσία αληθούς βουβωνοκήλης. Ο πόνος είναι εντονότερος όταν εκτελείται ενεργητική παθητική κάμψη και έσω στροφή του κάτω άκρου στην πάσχουσα πλευρά.

Μπορεί να υπάρχει ευαισθησία στην ψηλάφηση του ηβικού οστού, των προσαγωγών ή και του βουβωνικού στομίου. Κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης τόσο σε καθιστή όσο και σε όρθια θέση δεν αναδεικνύεται βουβωνοκήλη.

Το υπερηχοτομογράφημα είναι χρήσιμο στο να αποκλείσει απλές θλάσεις ή ενδομυϊκά αιματώματα, ενώ η μαγνητική τομογραφία (και λιγότερο πια σήμερα η απλή ακτινογραφία) αναδεικνύει φλεγμονή του ηβικού οστού η διατομή απονευρώσεων.

Πώς θεραπεύεται η «κήλη αθλητή»;

Η αρχική αντιμετώπιση συνήθως προέρχεται από το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό της ομάδας του αθλητή, δηλαδή προπονητή, φυσιοθεραπευτή, Φυσίατρο, Ορθοπεδικό ιατρό. Συνίσταται σε αποχή από τις αθλητικές δραστηριότητες, ανάπαυση, εφαρμογή κρύων επιθεμάτων, λήψη αντιφλεγμονώδους αγωγής και φυσιοθεραπείες. Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανίζουν αρχικά βελτίωση, αλλά μόλις το άτομο επανέλθει σε πλήρη αθλητή δράση συνήθως επανεμφανίζονται, οπότε και ζητείται η συνδρομή του Χειρουργού.

Η οριστική θεραπεία για μια «κήλη του αθλητή» είναι χειρουργική και πραγματοποιείται με ενίσχυση των μυοτενόντιων δομών πέριξ της περιοχής των βουβωνικών στομίων με τοποθέτηση βιοσυμβατού συνθετικού πλέγματος. Έτσι, ενισχύεται το βουβωνικό κανάλι εκ των όπισθεν και ισοκατανέμεται η τάση στις ιστικές δομές που δέχονται τα μεγαλύτερα κινητικά φορτία.

Προτιμάται η λαπαροσκοπική ή ρομποτική μέθοδος λόγω τη ταχείας επανόδου στις δραστηριότητες, του μηδενικού μετεγχειρητικού πόνου και του άριστου αισθητικού αποτελέσματος. Η επέμβαση είναι πανομοιότυπη με αυτήν της αποκατάστασης μιας βουβωνοκήλης, πραγματοποιείται με 3 μικρές οπές λίγων χιλιοστόμετρων απ’ όπου διέρχονται τα ειδικά εργαλεία.

Το πλέγμα τοποθετείται στη θέση του και χάρη στην ειδική πρωτοποριακή τεχνολογία με την οποία έχει κατασκευαστεί, αφήνεται να κολλήσει στους ιστούς χωρίς να τοποθετούνται κόλλα, ραφές ή αγκτήρες, γιατί στο παρελθόν όλα αυτά είχαν ενοχοποιηθεί για σημαντικό μετεγχειρητικό πόνο. Η επάνοδος σε πλήρη δραστηριότητα μπορεί να γίνει μετά το πέρας 10 ημερών από την επέμβαση.

Γενικός Χειρουργός Γ. Κ. Γεωργίου

Γενικός Χειρουργός Δρ. Γιώργος Κ. Γεωργίου


Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Master Χειρουργικής Ήπατος – Χοληφόρων – Παγκρέατος